Πέμπτη 25 Αυγούστου 2011

Τα παιδιά των (αρχαίων) ανθρώπων - ΤΗΣ ΣΤΑΥΡΟΥΛΑΣ ΤΣΟΥΠΡΟΥ


Εφημερίδα Η ΑΥΓΗ 20/8/11

ΕΛΕΝΗ ΛΑΔΙΑ, Οι Έλληνες παίδες στην αρχαιότητα, Εκδόσεις GEMA

Η γνωστή και βραβευμένη για το λογοτεχνικό έργο της, αρχαιολόγος και θεολόγος Ελένη Λαδιά μάς παραδίδει εδώ μία μεγάλη σε όγκο και διεξοδικότατα τεκμηριωμένη μελέτη που ασχολείται με τις περισσότερες από τις πλευρές που αφορούσαν το παιδί στον αρχαίο κόσμο, είτε στον χώρο της θεωρίας (θρησκεία – μυθολογία) είτε στον χώρο της πράξης (λατρευτικές εκδηλώσεις) – το ανά χείρας θα συμπληρωνόταν θεματικά από ένα βιβλίο όπως είναι το προσφάτως μεταφρασμένο Η ζωή των παιδιών στην αρχαία Ελλάδα της Βιβιάν Κενίγκ (Μεταίχμιο, 2010), το οποίο, ωστόσο, απευθύνεται σε παιδικό ή νεανικό κοινό, σε αντίθεση με το βιβλίο τής Λαδιά το οποίο απευθύνεται σαφέστατα σε ενηλίκους και, μάλιστα, σε εκείνους που έχουν ένα ειδικότερο (επιστημονικό) ενδιαφέρον για το συγκεκριμένο αντικείμενο.

Πέρα από τα μυθιστορήματα, τα διηγήματα και τις νουβέλες της, η Ελένη Λαδιά, σε μία πορεία σχεδόν σαράντα χρόνων, έχει ασχοληθεί επανειλημμένα στα δοκίμια και τις εκτενέστερες εργασίες της με τον αρχαίο κόσμο (Ποιητές και Αρχαία Ελλάδα, Τα ψυχομαντεία και ο υποχθόνιος κόσμος των Ελλήνων, Μυθολογικά παράδοξα και ένα διήγημα), ενώ σε συνεργασία με τον Δημήτρη Παπαδίτσα είχε μεταφράσει τα: Ορφικοί ύμνοι, Ομηρικοί ύμνοι (έχει εκδοθεί και στα φινλανδικά) και Νέκυια (λ της Οδύσσειας). Είναι φανερό, λοιπόν, πως το παρόν βιβλίο είναι προϊόν τής πολυετούς μελέτης αλλά και της λογοτεχνικής γραφής μιας επιστήμονος, η οποία, επιπλέον, αγαπά πολύ το αντικείμενό της.

Το ανά χείρας βιβλίο τής Ελένης Λαδιά (μία πολύ φροντισμένη έκδοση, σε πολυτονικό) χωρίζεται σε έξι κεφάλαια, τα οποία πλαισιώνονται από μία σύντομη Εισαγωγή και από μία πολυσέλιδη Βιβλιογραφία. Στο πρώτο και στο δεύτερο κεφάλαιο, «Παιδιά θεοί» και «Η παιδική ηλικία των ηρώων» αντίστοιχα, περιλαμβάνονται ενότητες για την παιδική ηλικία (και όχι μόνον) του Δία, του Διόνυσου, του Ασκληπιού, του Ερμή (εδώ βρίσκονται, ίσως, οι πιο χαριτωμένες ιστορίες), της Ήρας, του Ποσειδώνα, του Πάνα, του Ήφαιστου, του Απόλλωνα, του Περσέα, του Ηρακλή, του Θησέα και του Αχιλλέα, στηριγμένες στο υλικό που προσφέρεται από ποικίλες αρχαίες ή και νεότερες πηγές.

Στο τρίτο κεφάλαιο, «Μικρή πινακοθήκη παιδιών», πληροφορούμαστε για ορισμένες ιδιαίτερες, αλλά όχι πάντα και ιδιαίτερα γνωστές, περιπτώσεις παιδιών, όπως του Τελεσφόρου, δαίμονα της αναρρώσεως, του Αρποκράτη, τέκνου τής ένωσης της Ίσιδος με τον νεκρό Όσιρι, του Αρχέμορου ή, αλλιώς, Οφέλτη, τροφός του οποίου ήταν η πρώην βασίλισσα της Λήμνου Υψιπύλη (προς τιμήν του είχαν θεσπιστεί αρχικά τα Νέμεα), του Παλαίμονα, του περίφημου παιδιού με το δελφίνι, γιου της Ινώς–Λευκοθέας (προς τιμήν του γίνονταν τα Ίσθμια), του Ίαμου, γενάρχη των Ιαμιδών, του Τήλεφου, τόσο όμοιου στην μορφή με τον πατέρα του Ηρακλή, του Ίωνα, η ιστορία τού οποίου ήταν το θέμα τής ομώνυμης τραγωδίας του Ευριπίδη, του Γλαύκου, του παιδιού που ανάστησε ο μάντης Πολύειδος, του τόσο γνωστού, βέβαια, Οιδίποδα, αλλά και του Έρωτα, του συμπαντικού θεού, κατά την ησιόδεια και την ορφική μυθολογία. Ανάμεσα στα παραπάνω συναντούμε και δύο ξεχωριστές ενότητες. Η μία αναφέρεται στην ταχύποδη Αταλάντη, την μόνη θηλυκή παρουσία σε αυτό το κεφάλαιο, καθώς τα έκθετα τέκνα των θεών, τα προορισμένα για ένδοξο πεπρωμένο, ήταν αγόρια, ενώ στον χώρο των κοινών θνητών έκθετα ήταν τα κορίτσια, «διότι αποτελούσαν βάρος για την οικογένειά τους, ιδιαίτερα στις αγροτικές περιοχές» – μία από τις παραλλαγές του μύθου τής Αταλάντης την θέλει την μοναδική γυναίκα της Αργοναυτικής εκστρατείας. Η άλλη ενότητα αναφέρεται στην στενή σύνδεση των παιδιών, γενικά, με τα φίδια, καθώς «άλλοτε το παιδί μεταμορφώνεται σε φίδι, άλλοτε το φίδι σκοτώνει το παιδί, άλλοτε το σώζει ή του δίνει το χάρισμα της μαντικής». Το παιδί εθεωρείτο γέννημα της γης, όπως και το φίδι, γράφει η Ελένη Λαδιά, παραθέτοντας τον Mircea Eliade, ενώ συνδέει τις παλαιότερες δοξασίες με ιστορίες αντλημένες είτε από την σύγχρονη Λογοτεχνία είτε από την σύγχρονη καθημερινότητα.

Στο τέταρτο κεφάλαιο, «Τα παιδιά των Μυστηρίων», γίνονται οι αναμενόμενες συστάσεις με τον Διόνυσο των ορφικών μυστηρίων (ειδική μνεία υπάρχει εδώ για την σημασία που έχει «ο μύθος τού διαμελισμού» στην φιλοσοφία και, μάλιστα, όσα λέγονται δεν θα με εξέπληττε αν μάθαινα ότι τα είχε στον νου του ο Έρμαν Έσσε όταν έγραφε τον Λύκο της στέπας), με τον Καδμίλο, τον παίδα των Καβείρων, με τον Ίακχο των Ελευσινίων μυστηρίων (ο Αριστοφάνης διασώζει τον σχετικό ύμνο στους Βατράχους του) – εδώ, όπως και αλλού, η συγγραφέας δεν διστάζει να εκφράσει την διαφωνία της ως προς την εγκυρότητα ορισμένων απόψεων. Το κεφάλαιο συμπληρώνεται με τις ενότητες: για τους Διόσκουρους Κάστορα και Πολυδεύκη («Άνακτες παίδες»), για τα «Μαυροφορεμένα παιδιά στο τέμενος της Ακραίας Ήρας» στον Κορινθιακό κόλπο, εις μνήμην των δολοφονημένων παιδιών της Μήδειας, για τα «Παιδιά ιερείς» (όπου θίγεται και το πολύ ενδιαφέρον ζήτημα, κοινό εν πολλοίς στην αρχαιότητα και τον χριστιανισμό, της σύγχυσης που μπορεί να δημιουργηθεί, κατά την θρησκευτική λατρεία, μεταξύ τού θεού και του αγάλματος ή της εικόνας του) και, τέλος, για τον «Παίδα αφ’ εστίας», ο οποίος «εκ μέρους όλων των μυουμένων καταπραΰνει το Θείον, εκτελώντας ακριβώς τα προστεταγμένα».

Στο πέμπτο κεφάλαιο, «Τα παιδιά στις εορτές», περιλαμβάνονται ενότητες που σχολιάζουν την συμμετοχή και τον ρόλο των αγοριών ή/ και των κοριτσιών, κατά σειράν, στα Αρρηφόρια, στις εορτές της Αρτέμιδας (Καρνάτια, Βραυρώνια, αγώνες διαμαστιγώσεως στο ιερό της Ορθίας Αρτέμιδος στην Σπάρτη), στα Απατούρια τής Αθήνας και της Ιωνίας, στις Γυμνοπαιδίες της Σπάρτης, στο Σεπτήριον των Δελφών, εις μνήμην του φόνου του δράκοντα Πύθωνα από τον Απόλλωνα, στα Ανθεστήρια, στα Πυανέψια, στα Τιθηνίδια, στα Αγραύλια (όπου οι συμμετέχοντες έφηβοι έδιναν τον περίφημο όρκο), στα Αμφιδρόμια (επρόκειτο για τελετή καθαρμού της λεχώνας, του βρέφους και της μαίας μετά το τοκετό), αλλά και στα Ηράκλεια του Κυνοσάργους, την εορτή των νόθων παιδιών, δηλαδή, των παιδιών των οποίων δεν ήταν αμφότεροι οι γονείς Αθηναίοι πολίτες.

Το έκτο και τελευταίο κεφάλαιο αυτού του τόσο πλούσιου βιβλίου επιγράφεται «Η φωνή των κειμένων για την παιδεία». Συγκεντρώνονται εδώ, κατ’ αρχάς, αποσπάσματα (από) και σχόλια για κείμενα του Πλάτωνα (ο οποίος, μεταξύ άλλων, θεωρούσε ότι έπρεπε να μορφώνονται και τα κορίτσια), του Αριστοτέλη (ο οποίος προέβλεπε και την άμβλωση σε ορισμένες περιπτώσεις), του Ισοκράτη, του Ξενοφώντα, του Πλουτάρχου, του Λουκιανού, τα οποία, επιπλέον, συνδέονται κάποιες φορές από την συγγραφέα με κείμενα, λογοτεχνικά ή φιλοσοφικά, πολύ μεταγενέστερά τους. Ακολουθούν οι ενότητες: για τα παιχνίδια των παιδιών στην αρχαιότητα, μερικά από τα οποία έχουν φτάσει μέχρι την σημερινή εποχή, για τον παιδαγωγό των ηρώων Κένταυρο Χείρωνα, για την Παιδεραστία (με διαφορετική από την σημερινή σημασία) και την Ομοφυλοφιλία (όπου, μεταξύ άλλων, ασκείται κριτική σε κάποιες απόψεις που έχουν εκ λάθους επικρατήσει), για τις Κουροτρόφους, τις τροφούς των αρχαίων θεών και ηρώων, προστάτιδες των βρεφών και των μητέρων τους. Το βιβλίο κλείνει με την Ενότητα για «Τα νεκρά παιδιά», όπου γίνεται αναφορά στην παιδοκτονία και σε συγκεκριμένες μορφές τής αρχαιότητας που συσχετίστηκαν με αυτήν, όπως η Μήδεια, η Ινώ, η Πρόκνη, ο Λυκάων, ο Τάνταλος, ο Ατρέας. Όσο για τους φυσικούς θανάτους των παιδιών, αυτό ήταν ένα φαινόμενο πολύ συχνό στην αρχαιότητα. Πίστευαν, ωστόσο, οι πρόγονοί μας ότι τα σπλάχνα της γης θα χάριζαν στα νεκρά παιδιά μια νέα ζωή, καλύτερη, αυτήν που δεν κατόρθωσαν – και ούτε τώρα κατορθώνουν – να τους δώσουν οι άνθρωποι. Ένα ξεχωριστό βιβλίο.


*Η Σταυρούλα Γ. Τσούπρου είναι διδάκτωρ Φιλολογίας